Κλυταιμνήστρης

Κλυταιμνήστρης
Κλυταιμνήστρα
fem gen sg (epic ionic)
Κλυταιμνήστρη
fem gen sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • προβέβουλα — Α (ελλειπτ. τ. β παρακμ. με σημ. ενεστ.) 1. προτιμώ, θέλω κάποιον περισσότερο από άλλον («καὶ γὰρ ῥα Κλυταιμνήστρης προβέβουλα, κουριδίης ἀλόχου», Ομ. Ιλ.) 2. κάνω σχέδια. [ΕΤΥΜΟΛ. Ελλειπτ. τ. β παρακμ. τού αμάρτυρου ρ. προβούλομαι] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”